Η μυθοπλασία της μνήμης


Οι εκπαιδευτικοί κρίνουν καθημερινά τη δουλειά τους. Στηρίζονται στις αναμνήσεις τους για την πορεία του μαθήματος, για την απόδοση των μαθητών τους, για τις σχέσεις τους με τους γονείς και τους μαθητές και για όποια άλλη πτυχή της δουλειάς τους δεν αναφέρω και ο αναγνώστης θα ήθελε να προσθέσει. Θεωρούν τη μνήμη τους αξιόπιστο και έγκυρο εργαλείο. Ωστόσο, το παρακάτω βίντεο διαψεύδει αυτήν την αντίληψη. Η ανθρώπινη μνήμη όχι μόνο δεν είναι έγκυρη και αξιόπιστη, αλλά κατασκευάζει και ψευδείς αναμνήσεις στην πορεία του χρόνου. Ειδικά το σημείο (16:32) στο οποίο η ομιλήτρια λέει: «Μόνο και μόνο επειδή κάποιος σας λέει κάτι και το λέει με αυτοπεποίθηση, μόνο και μόνο επειδή το λέει με πολλές λεπτομέρειες, μόνο και μόνο επειδή εκφράζει τα συναισθήματά του όταν το λέει, αυτό δε σημαίνει ότι συνέβη» συμπυκνώνει τους κινδύνους που δημιουργούνται αν αυτοαξιολογούμαστε μόνο με τον συγκεκριμένο τρόπο.

Για να ξεφύγουμε από αυτήν την κατάσταση πρέπει να ανατρέξουμε σε πηγές δεδομένων πέρα από μας, οι οποίες θα επιβεβαιώσουν ή θα διαψεύσουν όσα θυμόμαστε. Ο πιο απλός τρόπος είναι να αξιοποιήσουμε τα έργα των μαθητών. Λέω έργα κι όχι τεστ πρώτον για να αποφύγω την εξετασιομανία και δεύτερον επειδή η έννοια του έργου του μαθητή είναι ευρύτερη από το τεστ. Ένα έργο θα μπορούσε να είναι ένας εννοιολογικός χάρτης ή το κείμενο που θα προκύψει αν γράψουν σε 1 λεπτό τι κατάλαβαν από το μάθημα. Η μνήμη μας μπορεί να αλλοιώσει την απόδοση των μαθητών μας, τα έργα τους όμως θα μας επαναφέρουν στην πραγματικότητα. Φυσικά, ουσιαστικά διδακτικά αποτελέσματα θα έχουμε αν αυτού του τύπου οι αξιολογήσεις είναι συχνές, πραγματοποιούνται πριν ολοκληρωθεί η διδακτική ενότητα και ανάλογα με τα αποτελέσματά τους διαμορφώνουμε τη διδασκαλία μας (η γνωστή διαμορφωτική αξιολόγηση). Ένα τελικό τεστ, μπορεί να είναι χρήσιμη πηγή πληροφοριών, δεν μπορεί όμως να αλλάξει την ήδη διαμορφωμένη κατάσταση.

Ένας άλλος τρόπος, απλός κι αυτός, μα δυσκολότερος να εφαρμοστεί στην ελληνική πραγματικότητα, είναι να συνεργαστείς με έναν άλλο εκπαιδευτικό. Μπορεί να παρακολουθήσει μια διδασκαλία σου, μπορεί να συντάξει αυτός τα τεστ της τάξης σου αντί για σένα ή να τα διορθώσει κ.τ.λ. Όποιον τρόπο κι αν διαλέξει κάποιος, το θέμα είναι να μετατραπεί ο συνάδελφος με τον οποίο θα συνεργαστεί σε ανεξάρτητη πηγή δεδομένων για τη δουλειά του. Οπωσδήποτε η συγκεκριμένη τακτική εμπεριέχει κινδύνους, αν όμως προσέξεις στην επιλογή του προσώπου, τεθούν από την αρχή κάποιοι κανόνες (λ.χ., να αναφέρει ο παρατηρητής περισσότερα θετικά σημεία από αρνητικά), τότε τα οφέλη που προκύπτουν είναι πολλαπλά.

Αν θέλουμε να εμβαθύνουμε μπορούμε να προστρέξουμε στην ερευνητική μεθοδολογία της παιδαγωγικής επιστήμης. Ένας πολύπλοκος, χρονοβόρος, μα περισσότερο αξιόπιστος κι έγκυρος τρόπος, είναι η έρευνα δράσης. Φυσικά, η έρευνα δράσης από τη φύση της είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί μόνο σε κάτι πολύ συγκεκριμένο και όχι να απλωθεί στο σύνολο του έργου ενός εκπαιδευτικού. Ωστόσο σε ωθεί να εξετάσεις ενδελεχώς τον τρόπο με τον οποίο δουλεύεις και τελικά να ανακαλύψεις πράγματα που δύσκολα θα φανερώνονταν αλλιώς. Συχνά δε, σε ωθεί να συνεργαστείς με τους άλλους εκπαιδευτικούς, χωρίς ωστόσο αυτό να είναι και απαραίτητη προϋπόθεση.

Τελειώνοντας θα αναφέρω τα πειραματικά σχέδια ενός ατόμου (single-subject design research, ελπίζω να αποδίδω σωστά τον όρο). Πρόκειται για μεθοδολογικό εργαλείο έρευνας του Συμπεριφορισμού, στοιχείο το οποίο δεν αποκλείει τη χρήση του κι από μας για στόχους που ξεφεύγουν από τη Συμπεριφοριστική Ψυχολογία. Ουσιαστικά, χρησιμοποιώντας τον συγκεκριμένο ερευνητικό σχεδιασμό μπορείς να εξακριβώσεις ένα από τα δύο: πρώτον, αν οι μαθητές έμαθαν από σένα και όχι από κάποιον άλλο παράγοντα. Δεύτερον, μπορείς να συγκρίνεις δύο τουλάχιστον διαφορετικές διδακτικές προσεγγίσεις για να ανακαλύψεις ποια είναι η καλύτερη. Το πρόβλημα φυσικά είναι ότι μάλλον δεν υπάρχει υλικό στα ελληνικά στο διαδίκτυο, οπότε και να θέλει κάποιος να το εφαρμόσει δεν μπορεί αν δεν ξέρει αγγλικά. Αναμενόμενο. Δε λατρεύουμε τον επιστημονικό τρόπο σκέψης...

Σχόλια