Διερευνητική διδασκαλία. Δουλεύει; Μέρος Β΄

Μετά την πρώτη ανάρτηση, στην οποία παρουσίασα μία αξιολόγηση της διερευνητικής διδασκαλίας μέσω του διαγωνισμού Πίζα, θα παρουσιάσω μία μετα-ανάλυση που εξετάζει το αν η καθοδήγηση διευκολύνει τη διερευνητική μάθηση ή όχι. 

Οι συγκεκριμένοι ερευνητές ορίζουν τη διερευνητική μάθηση ως εκείνη τη μέθοδο κατά την οποία οι μαθητές κάνουν πειράματα, παρατηρούν ή συλλέγουν πληροφορίες για να συμπεράνουν τις αρχές που διέπουν ένα θέμα ή έναν τομέα. Οι έρευνες αυτές εξετάζουν ένα ή περισσότερα ερευνητικά ερωτήματα τα οποία προέρχονται είτε από τον εκπαιδευτικό είτε από τους μαθητές, τηρούν (χαλαρά) τα στάδια της επιστημονικής μεθόδου και μπορεί να πραγματοποιούνται με προσομοιώσεις σε υπολογιστή, σε εικονικά εργαστήρια, με πραγματικά υλικά ή με βάσεις δεδομένων. 

Το βασικό συμπέρασμα της έρευνας είναι ένα: από τη στιγμή που αποφασίσεις να διδάξεις με τον συγκεκριμένο τρόπο, θα πετύχεις καλύτερα αποτελέσματα αν καθοδηγείς τους μαθητές σου. Η καθοδήγηση φαίνεται να είναι το ίδιο αποτελεσματική στα παιδιά, στους εφήβους, στους φοιτητές. Σε αντίθεση, δηλαδή, με αυτά που ακούγονται συχνά-πυκνά στην Ελλάδα —πρόσφατα τα είδαμε και στην επιμόρφωση των εργαστηρίων δεξιοτήτων— φαίνεται ότι ο ιδανικός τρόπος διδασκαλίας ταυτίζεται με το να καθοδηγείς τους μαθητές και όχι με το να τους αφήνεις αβοήθητους. 

Περιορισμοί 

Όπως κάθε έρευνα, έτσι και αυτή έχει τους περιορισμούς της. Θα αναφέρω μερικούς. 

Α) Οι μετα-αναλύσεις είναι τόσο καλές όσο καλές είναι και οι έρευνες στις οποίες στηρίζονται. 

Β) Οι μετα-αναλύσεις έχουν και αυτές διάφορα μεθοδολογικά ζητήματα. Π.χ., μπορεί η ίδια μετα-ανάλυση να πραγματοποιηθεί από άλλους ερευνητές και να καταλήξει σε άλλα συμπεράσματα. 

Γ) Οι έρευνες που χρησιμοποιήθηκαν ασχολούνται με τις φυσικές επιστήμες και τα μαθηματικά. Δεν ξέρουμε αν τα αποτελέσματα γενικεύονται και σε άλλα μαθήματα.  

Σχόλια