Στο Λύκειο, όταν ήμουν στη β΄ δέσμη, κατά το Μάη μήνα, τα παράτησα όλα. Θυμάμαι σηκώθηκα ένα πρωί, πήρα στα χέρια μου ένα δίτομο εκλαϊκευμένο βιβλίο φυσικών επιστημών του Αλέξανδρου Σταυρόπουλου με τίτλο «Η ζωή σε επίπεδο μορίων», κλειδώθηκα στο δωμάτιό μου και γεμάτος ενοχές απόλαυσα σε μια μέρα τις 100 πρώτες σελίδες του. Την επόμενη ακολούθησαν άλλες ογδόντα, την άλλη μέρα πενήντα ώσπου το τελείωσα όλο. Ο ρυθμός ανάγνωσης μειωνόταν μόνο και μόνο για να βυθιστώ στην ηδονή που αντλούσα από τις ιδέες που συναντούσα σε κάθε σελίδα. Το βιβλίο ήταν γραμμένο σε μορφή διαλόγου. Διάλογος άσχετος με τους μονολόγους του Πλάτωνα ή με αυτούς των τηλεοπτικών μέσων. Όλα τα κεντρικά μηνύματα των θετικών επιστημών περνούσαν μέσα από μια ζωντανή και συνάμα απολαυστική συζήτηση μιας παρέας επιστημόνων. Πρόκειται για μια έξοχη συνάντηση της λογοτεχνίας με την επιστήμη, ένα πραγματικό υπόδειγμα εκλαΐκευσης των επιστημών.
Ωστόσο, οι ενοχές δε με άφηναν. Τραγικό αλλά αληθινό. Είχα τύψεις επειδή επέλεγα τη σκέψη και όχι την αποβλάκωση. Επειδή προτιμούσα να βρω απαντήσεις σε ερωτήματα όπως: «Τι είναι ο άνθρωπος; Τι γυρεύουμε εδώ; Ποιο είναι το νόημα της ζωής;» παρά να αναπαράγω άκριτα εκατοντάδες σελίδες, κενές οποιουδήποτε νοήματος, ενδιαφέροντος ή περιεχομένου. Έτσι, κάθε φορά που κάποιος ήθελε να μπει στο δωμάτιό μου, πεταγόμουν από το κρεβάτι μου, έκρυβα το βιβλίο και μετά άνοιγα την πόρτα. Η ίδια διαδικασία επαναλαμβανόταν και όταν έβγαινα εγώ. Τώρα πια, δεκαπέντε χρόνια μετά, αυτή μου η κίνηση μού άλλαξε τον τρόπο σκέψης. Από τότε δέθηκα αχώριστα με την επιστήμη και το χώρο της σκέψης και ξαπέστειλα την αποστήθιση. Έλα όμως που η παπαγαλία με κυνηγά ακόμα! Έχω βαρεθεί να ακούω συνέχεια από γονείς και μαθητές πως στο Γυμνάσιο τα ζητούν όλα αυτολεξεί και γι’ αυτό πρέπει να τους τα ζητάω και εγώ για να μάθουν να δουλεύουν έτσι. Ή το ακόμα χειρότερο, που το έχω ακούσει όχι από λίγους εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας και της Δευτεροβάθμιας, «πώς αλλιώς μπορείς να τα μάθεις;». Λες και μαθαίνεις τίποτε με την παπαγαλία ούτως ή άλλως, για να αποτελεί και το μοναδικό τρόπο μάθησης.
Το πρόβλημα της αποστήθισης για μένα είναι κεντρικής σημασίας. Τούτο συμβαίνει για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή εξοβελίζει από το σχολείο τη σκέψη και γενικά την επαφή του παιδιού με τον πνευματικό κόσμο και δεύτερον, επειδή υπεύθυνοι γι’ αυτή την κατάσταση είμαστε αποκλειστικά εμείς. Δεν απορρέει από το ΥΠΕΠΘ ή την ελλιπή χρηματοδότηση η μάστιγα της παπαγαλίας, αλλά από την αδυναμία μας να την αντικαταστήσουμε με κάτι άλλο. Φράσεις όπως «είχε διαβάσει τόσο καλά το μάθημα που το είπε νεράκι» αν μη τι άλλο φανερώνουν τις ευθύνες μας.
Για μένα αυτό που απαιτείται είναι μια ριζική αλλαγή από τη μεριά μας. Πρώτον, χρειάζεται μια αναθεώρηση του τρόπου διδασκαλίας του γλωσσικού μαθήματος. Οφείλουμε να κατανοήσουμε πως το μάθημα της Γλώσσας έχει ως στόχο όχι την εκμάθηση εκατοντάδων γραμματικών και συντακτικών κανόνων αλλά την πρόσληψη και απόδοση νοήματος μέσω του λόγου. Δεύτερον, να πάψουμε να θεωρούμε άχρηστα και δευτερεύοντα μαθήματα όπως η Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή, τα Θρησκευτικά, η Γεωγραφία και να αρχίσουμε να τα βλέπουμε ως πηγές έμπνευσης ζωηρών διαλόγων στην τάξη γύρω από κεντρικά προβλήματα του ανθρώπου όπως η δημιουργία του κόσμου και της ζωής, τα κίνητρα της συμπεριφοράς του ατόμου, το πρόβλημα της ύπαρξης του κακού στον κόσμο, ο βαθμός υποταγής μας στην εξουσία κ.α.
Για να συμβούν όλα αυτά οι μαθητές μας πρέπει καταρχήν να διδαχτούν να σκέφτονται όταν διαβάζουν και όχι να αποστηθίζουν. Σε επόμενες αναρτήσεις θα παρουσιάσω σε μετάφραση έναν οδηγό του πανεπιστημίου του Harvard σχετικά με το πώς πρέπει να μελετούν οι νεοεισερχόμενοι φοιτητές, προτείνοντας παράλληλα κάποιες προσαρμογές του στο σχολείο.
Ωστόσο, οι ενοχές δε με άφηναν. Τραγικό αλλά αληθινό. Είχα τύψεις επειδή επέλεγα τη σκέψη και όχι την αποβλάκωση. Επειδή προτιμούσα να βρω απαντήσεις σε ερωτήματα όπως: «Τι είναι ο άνθρωπος; Τι γυρεύουμε εδώ; Ποιο είναι το νόημα της ζωής;» παρά να αναπαράγω άκριτα εκατοντάδες σελίδες, κενές οποιουδήποτε νοήματος, ενδιαφέροντος ή περιεχομένου. Έτσι, κάθε φορά που κάποιος ήθελε να μπει στο δωμάτιό μου, πεταγόμουν από το κρεβάτι μου, έκρυβα το βιβλίο και μετά άνοιγα την πόρτα. Η ίδια διαδικασία επαναλαμβανόταν και όταν έβγαινα εγώ. Τώρα πια, δεκαπέντε χρόνια μετά, αυτή μου η κίνηση μού άλλαξε τον τρόπο σκέψης. Από τότε δέθηκα αχώριστα με την επιστήμη και το χώρο της σκέψης και ξαπέστειλα την αποστήθιση. Έλα όμως που η παπαγαλία με κυνηγά ακόμα! Έχω βαρεθεί να ακούω συνέχεια από γονείς και μαθητές πως στο Γυμνάσιο τα ζητούν όλα αυτολεξεί και γι’ αυτό πρέπει να τους τα ζητάω και εγώ για να μάθουν να δουλεύουν έτσι. Ή το ακόμα χειρότερο, που το έχω ακούσει όχι από λίγους εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας και της Δευτεροβάθμιας, «πώς αλλιώς μπορείς να τα μάθεις;». Λες και μαθαίνεις τίποτε με την παπαγαλία ούτως ή άλλως, για να αποτελεί και το μοναδικό τρόπο μάθησης.
Το πρόβλημα της αποστήθισης για μένα είναι κεντρικής σημασίας. Τούτο συμβαίνει για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή εξοβελίζει από το σχολείο τη σκέψη και γενικά την επαφή του παιδιού με τον πνευματικό κόσμο και δεύτερον, επειδή υπεύθυνοι γι’ αυτή την κατάσταση είμαστε αποκλειστικά εμείς. Δεν απορρέει από το ΥΠΕΠΘ ή την ελλιπή χρηματοδότηση η μάστιγα της παπαγαλίας, αλλά από την αδυναμία μας να την αντικαταστήσουμε με κάτι άλλο. Φράσεις όπως «είχε διαβάσει τόσο καλά το μάθημα που το είπε νεράκι» αν μη τι άλλο φανερώνουν τις ευθύνες μας.
Για μένα αυτό που απαιτείται είναι μια ριζική αλλαγή από τη μεριά μας. Πρώτον, χρειάζεται μια αναθεώρηση του τρόπου διδασκαλίας του γλωσσικού μαθήματος. Οφείλουμε να κατανοήσουμε πως το μάθημα της Γλώσσας έχει ως στόχο όχι την εκμάθηση εκατοντάδων γραμματικών και συντακτικών κανόνων αλλά την πρόσληψη και απόδοση νοήματος μέσω του λόγου. Δεύτερον, να πάψουμε να θεωρούμε άχρηστα και δευτερεύοντα μαθήματα όπως η Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή, τα Θρησκευτικά, η Γεωγραφία και να αρχίσουμε να τα βλέπουμε ως πηγές έμπνευσης ζωηρών διαλόγων στην τάξη γύρω από κεντρικά προβλήματα του ανθρώπου όπως η δημιουργία του κόσμου και της ζωής, τα κίνητρα της συμπεριφοράς του ατόμου, το πρόβλημα της ύπαρξης του κακού στον κόσμο, ο βαθμός υποταγής μας στην εξουσία κ.α.
Για να συμβούν όλα αυτά οι μαθητές μας πρέπει καταρχήν να διδαχτούν να σκέφτονται όταν διαβάζουν και όχι να αποστηθίζουν. Σε επόμενες αναρτήσεις θα παρουσιάσω σε μετάφραση έναν οδηγό του πανεπιστημίου του Harvard σχετικά με το πώς πρέπει να μελετούν οι νεοεισερχόμενοι φοιτητές, προτείνοντας παράλληλα κάποιες προσαρμογές του στο σχολείο.
Σχόλια
Δεν έχει νόημα στη σημερινή εποχή να δίνουμε στους μαθητές ποσότητα γνώσης για αποστήθιση. Ο Δάσκαλος δεν είναι αυθεντία και μοναδικός φορέας της γνώσης πλέον.
Ο μαθητής βρίσκει την πληροφορία σε χίλιες-δυό μεριές, την επεξεργάζεται, τη φέρνει στο σχολείο, την παρουσιάζει στην ολομέλεια της τάξης, με το δάσκαλο διευκολυντή-συντονιστή της όλης διαδικασίας.
Δηλαδή ο μαθητής γίνεται ο ίδιος φορέας της γνώσης.
Κατ' αυτόν τον τρόπο, η μάθηση γίνεται μια ενδιαφέρουσα και ενεργητική διαδικασία για το παιδί.
Σιγά σιγά θα διαβάσω και τις παλαιότερες αναρτήσεις σου, ήδη από την πρώτη μου κέντρισες πραγματικά το ενδιαφέρον. (Έψαξα κιόλας το βιβλιο για το οποίο γράφεις, του Σταυρόπουλου, και θα το ψάξω στο βιβλιοπωλείο.)
Για την αποστήθιση δεν θα ήθελα να γράψω τίποτα παραπάνω απ'όσα έχεις γράψει ήδη, θα ήθελα όμως να πω, με βάση αυτό το συγκεκριμένο κείμενό σου, ποσο πολύ χαίρομαι που διαβάζω κάτι τέτοιο από έναν δάσκαλο, που υπάρχουν δάσκαλοι σαν εσένα.
Θα περιμένω την μετάφραση του οδηγού από το Harvard, και ετοιμαζομαι να διαβάσω και τις παλαιότερες αναρτήσεις σου.