Συζητήσεις για την Εκπαίδευση

Στην Ελλάδα οι συζητήσεις για τα σχολεία και τα πανεπιστήμια περιστρέϕονται γύρω από συγκεκριμένους άξονες. Π.χ., σπάνια θα ακούσεις τη λέξη Εκπαίδευση να βγαίνει από τα χείλη κάποιου. Αντίθετα όλοι μιλάνε για την Παιδεία: η Παιδεία έχει τα χάλια της· η Παιδεία λύνει εκείνο το πρόβλημα ή το άλλο· πρέπει να βελτιωθεί η Παιδεία κ.τ.λ. Ένα βασικό χαρακτηριστικό του ελληνικού διαλόγου για την Εκπαίδευση είναι ότι δεν αναϕέρει ποτέ το όνομά της. Αυτή η επιλογή λέξεων —η προτίμηση της Παιδείας αντί της Εκπαίδευσης— δημιουργεί κάποια προβλήματα:

Κατ' αρχάς, η Παιδεία, επειδή είναι ασαϕής και νεϕελώδης έννοια, δε βοηθά τον εκπαιδευτικό να οργανώσει το μάθημά του. Θεμιτό είναι οι μαθητές μου να αποκτήσουν Παιδεία. Πώς όμως θα διδάξω αύριο το γράμμα Άλϕα στην Πρώτη, τις δυνάμεις στο Γυμνάσιο ή τα ανώμαλα ρήματα στα αρχαία; Δε μας λέει τίποτα, δεν υπάρχει κάποια καθοδήγηση, κάποια υπόδειξη, κάτι.

Πέρα από την ασάϕεια, το περιεχόμενο της Παιδείας δεν είναι και καθολικά αποδεκτό. Ένας άθεος, ένας ορθόδοξος, ένας κομουνιστής, ένας χρυσαυγίτης δε συμϕωνούν ως προς το τι είναι Παιδεία. Με ποιο, επομένως, περιεχόμενο θα δουλέψει ο εκπαιδευτικός;

Αλλά και να λυθούν αυτά, δεν είναι δυνατόν να πιστέψουμε στα σοβαρά ότι κάποιος αποκτά Παιδεία απλώς τελειώνοντας το σχολείο. Η κατάκτησή της απαιτεί ισόβιο αγώνα στον οποίο το σχολείο, λόγω του περιορισμένου χρόνου, προσϕέρει λίγα. Η Παιδεία ουσιαστικά είναι ένα ιδανικό, ένας απραγματοποίητος στόχος που ωθεί τον άνθρωπο να βελτιώνεται συνέχεια.

Η απουσία αναϕοράς του σωστού επιστημονικού όρου υποδηλώνει τον δεύτερο άξονα γύρω από τον οποίο περιστρέϕεται ο διάλογος για την ελληνική εκπαίδευση: την απαξίωση της Παιδαγωγικής Επιστήμης. Στον τόπο μας δε θεωρείται απαραίτητο ο εκπαιδευτικός να σπουδάζει παιδαγωγικά. Δε δεχόμαστε ότι υπάρχει ένας ολόκληρος τομέας της επιστήμης που επιχειρεί να απαντήσει ερωτήσεις όπως: είναι δυνατόν να μάθουν οι μαθητές κάποιο γνωστικό αντικείμενο σε μικρότερο χρονικό διάστημα από ό,τι σήμερα· τι πρέπει να κάνουμε για να μάθουν οι μαθητές που δε μάθαιναν στο παρελθόν· μπορούμε να διδάξουμε περισσότερη ύλη σήμερα από ό,τι παλιά· ποιο είναι το ιδανικό περιεχόμενο κάθε μαθήματος· με ποιον τρόπο καλλιεργείται η κριτική σκέψη, η δημιουργική σκέψη. Δηλαδή αναζητά διαρκώς καλύτερους τρόπους διδασκαλίας. Δυστυχώς όμως δε θα βρούμε παρόμοιους προβληματισμούς στον δημόσιο διάλογο. Απεναντίας, θα βρούμε συνεχείς και ασαϕείς αναϕορές στην Παιδεία.

Ο τρίτος άξονας είναι η ασυδοσία των μαθητών. Υποτίθεται ότι οι Έλληνες μαθητές είναι ασύδοτοι, με ευθύνη των γονιών τους πάντα, και επομένως πώς να μάθουν; Δημιουργούν συνέχεια προβλήματα, διαταράσσουν το μάθημα, τεμπελιάζουν κ.ά. Πέρα από το ότι είναι ψέμα, στην ουσία αυτή η στάση μάς υποβιβάζει. Η μετατόπιση των ευθυνών από μας στους γονείς και στα παιδιά μας αϕαιρεί τη δυνατότητα να δείξουμε τι μπορούμε να κάνουμε. Πώς θα δουλέψεις, πώς θα αποδώσεις στον μέγιστο βαθμό όταν πιστεύεις ότι δεν μπορείς να αλλάξεις τίποτα; Όταν πιστεύεις ότι δεν εξαρτάται από σένα; Είναι αποτελεσματικότερο, αντί να μεμψιμοιρούμε, να προσπαθούμε να λύσουμε όσα προβλήματα μπορούμε μόνοι μας.

Συνοψίζοντας, θα έλεγα πως οι τρεις άξονες —η συνεχής αναϕορά στην Παιδεία, η απαξίωση των παιδαγωγικών, η ασυδοσία των μαθητών— βλάπτουν· επισκιάζουν τα πραγματικά προβλήματα της Εκπαίδευσης και δημιουργούν νέα. Χρειάζεται ριζική αλλαγή των θεμάτων γύρω από τα οποία οργανώνεται ο δημόσιος διάλογος για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Λ.χ., το πιο καυτό θέμα της ελληνικής εκπαίδευσης, η παπαγαλία, όχι μόνο δεν αγγίζεται από κανέναν, μα πολλοί γονείς την απαιτούν από τους εκπαιδευτικούς. Και μετά στο σπίτι τους με την ησυχία τους καυτηριάζουν την Παιδεία...

Σχόλια