Σε προηγούμενη ανάρτησή μου για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών είχα αναφέρει αναλυτικά τις ασάφειες που υπάρχουν στην κλείδα παρατήρησης. Η αξιολόγηση που εφαρμόζεται στην Ελλάδα, όμως, έχει ένα ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα. Εξηγώ αμέσως παρακάτω.
Ο κλασικός τρόπος για να αξιολογήσεις έναν εκπαιδευτικό είναι να παρακολουθήσεις τη διδασκαλία του. Φυσικά, μαζί σου θα έχεις μία κλείδα παρατήρησης, ένα χαρτί που σου θυμίζει τα αρνητικά και τα θετικά στοιχεία που αναζητάς σε μια διδασκαλία. Μόλις τελειώσει η παρατήρηση, μελετάς τις σημειώσεις σου και καταλήγεις στα ανάλογα συμπεράσματα. Είναι μια μέθοδος που πιθανότατα εφαρμόζεται σε όλον τον κόσμο.
Εντούτοις, έχει ένα θεμελιώδες πρόβλημα. Αν βάλουμε κι έναν δεύτερο άνθρωπο να παρατηρήσει την ίδια διδασκαλία χρησιμοποιώντας την ίδια κλείδα παρατήρησης, είναι αρκετά πιθανό να καταλήξει σε διαφορετικά συμπεράσματα. Η διαφορά μπορεί να είναι τόσο μεγάλη, ώστε ο πρώτος παρατηρητής να θεωρήσει ότι είδε μία ικανοποιητική διδασκαλία, ενώ ο δεύτερος να φύγει απογοητευμένος.
Τα παραπάνω έχουν καταγραφεί στη διεθνή βιβλιογραφία. Επειδή δυστυχώς πολιτικoπoιούμε τα πάντα και για να μην κατηγορηθώ για αριστερή προπαγάνδα, θα αναφέρω ενδεικτικά την έρευνα (σελ. 13) την οποία πραγματοποίησε το ίδρυμα του Bill Gates και της πρώην συζύγου του. Στόχος της συγκεκριμένης έρευνας, όπως και άλλων παρόμοιων, δεν είναι η κατάργηση της αξιολόγησης, αλλά η βελτίωσή της. Τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγουν μας βοηθούν να καταλάβουμε ότι η συγκεκριμένη αξιολόγηση που εφαρμόζεται στην Ελλάδα είναι καταδικασμένη να αποτύχει.
Επιπρόσθετα, αναφέρω και ένα διαδικτυακό άρθρο, σκοπός του οποίου είναι να προτείνει 7 τρόπους βελτίωσης της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών. Η συγγραφέας του είναι 100% υπέρ της αξιολόγησης. Στο συγκεκριμένο άρθρο υπάρχει η παρακάτω εικόνα. Στον κόκκινο κύκλο είναι σημειωμένο το πόσο καλά τα πάει η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών όταν στηρίζεται στην παρατήρηση της τάξης. Όπως φαίνεται, είναι ο πιο αναποτελεσματικός τρόπος. Και επαναλαμβάνω, πρόκειται για κάτι που αναφέρει οπαδός της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών.
Γιατί αρκετά συχνά οι δύο αξιολογητές έχουν διαφορετική άποψη; Ένας λόγος είναι ότι τα κριτήρια της κλείδας παρατήρησης είναι ασαφή, κάτι που έχω αναλύσει εκτενώς όπως ανέφερα στην αρχή του κειμένου. Ένας δεύτερος λόγος, ο οποίος μάλλον δεν τονίζεται όσο πρέπει, είναι ότι οι παρατηρητές είναι πιθανό να έχουν διαφορετικές διδακτικές πεποιθήσεις.
Δυστυχώς δε γνωρίζουμε ποια είναι η ιδανική διδασκαλία. Μπορεί συχνά-πυκνά διάφοροι να υποστηρίζουν ότι ο τρόπος διδασκαλίας που προτείνουν είναι κι ο καλύτερος, στην πραγματικότητα όμως όλες οι προτάσεις διδασκαλίας έχουν περιορισμένη εμπειρική τεκμηρίωση. Στην επιστήμη οι θεωρίες που έχουν στιβαρή εμπειρική θεμελίωση είναι λίγες και βρίσκονται στις φυσικές επιστήμες (δείτε εδώ σελ. 26). Όλες οι υπόλοιπες λίγο ή πολύ υστερούν, ειδικά στην εκπαίδευση.
Είναι πολύ εύκολο, επομένως, οι δύο παρατηρητές να έχουν τελείως διαφορετικές απόψεις για το ποια είναι η ιδανική διδασκαλία. Ο πρώτος να είναι υπέρ της ανακαλυπτικής μάθησης, ο δεύτερος να είναι κατά. Ο πρώτος να υποστηρίζει τη διερευνητική μάθηση και ο δεύτερος να την αντιμάχεται. Ο πρώτος να ενθουσιάζεται με τις ήπιες δεξιότητες, ο δεύτερος να τις κατακρίνει. Κι αυτές οι διαφωνίες υπάρχουν παντού σε όλον τον κόσμο. Άρα, αν οι απόψεις του πρώτου παρατηρητή ταυτίζονται με τις απόψεις του εκπαιδευτικού που διδάσκει, είναι λογικό ο πρώτος παρατηρητής να βάλει υψηλότερη βαθμολογία από τον δεύτερο. Και αυτό φυσικά το πρόβλημα δεν μπορεί να το λύσει κανένα σύστημα αξιολόγησης του εκπαιδευτικού.
Ένας τρίτος λόγος είναι ότι δυστυχώς είναι πολύ δύσκολο όταν παρατηρούμε μία διδασκαλία να καταλάβουμε τι ακριβώς έμαθαν οι μαθητές. Για παράδειγμα, αν μπούμε σε μία τάξη και δούμε ότι τα πρώτα πέντε λεπτά στη διδασκαλία των μαθηματικών ο δάσκαλος του ενός τμήματος τα αφιερώνει στην εκμάθηση της προπαίδειας με κάποιο λογισμικό, ενώ ο δάσκαλος του άλλου τμήματος κάνει το ίδιο ακριβώς αλλά χρησιμοποιεί διαφορετικό λογισμικό, πώς είναι δυνατό να ξέρουμε με ποιο λογισμικό θα μάθουν τελικά τα παιδιά την προπαίδεια καλύτερα μετά από την πάροδο αρκετών μηνών;
Το λιγότερο που μπορείς να κάνεις για να βελτιώσεις αυτήν τη μέθοδο αξιολόγησης είναι να χρησιμοποιήσεις περισσότερους από έναν αξιολογητές. Δυστυχώς και στην αξιολόγηση που εφαρμόζεται σήμερα στη χώρα μας, όπως και σε εκείνη του 2014, ένας αξιολογητής κρίνει τον εκπαιδευτικό. Άλλο κομμάτι κρίνει ο σύμβουλος και άλλο κομμάτι κρίνει ο διευθυντής. Από κοινού και οι δύο κρίνουν τα διοικητικά, τη λιγότερη δηλαδή σημαντική πτυχή της εργασίας μας. Ο νόμος είναι ξεκάθαρος (άρθρο 66):
α) Οι εκπαιδευτικοί Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης αξιολογούνται από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας), ως προς τη γενική και ειδική διδακτική του γνωστικού αντικειμένου και από τον Διευθυντή ή τον Προϊστάμενο της σχολικής μονάδας ως προς το παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης, καθώς και από τον Διευθυντή ή τον Προϊστάμενο της σχολικής μονάδας και τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Παιδαγωγικής Ευθύνης, ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους.
β) Οι εκπαιδευτικοί Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αξιολογούνται από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας), ως προς τη γενική και ειδική διδακτική του γνωστικού αντικειμένου και από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας, ως προς το παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης, καθώς και από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας και τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Παιδαγωγικής Ευθύνης, ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους.
Βέβαια, ακόμα κι αν αυξήσουμε τους αξιολογητές, ακόμα κι αν συνυπολογίσουμε και άλλα στοιχεία στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού, αυτό δε σημαίνει ότι λύσαμε το πρόβλημα. Όποιος κοιτάξει προσεκτικά την παραπάνω εικόνα βλέπει ότι η βελτίωση δεν είναι τελικά και τόσο μεγάλη. Αλλά αυτό είναι θέμα άλλης ανάρτησης.
Σχόλια