Μια Παρασκευή είχα τις δύο πρώτες ώρες Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή στην Ε΄. Bαρετό μάθημα και πήγα — πώς να το πω κομψά; — χαλαρά προετοιμασμένος. Δεν είναι σωστό που το έκανα, αλλά αμαρτία εξομολογημένη ουκ έστι αμαρτία ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων, μιας και δεν τα πάω καλά με παλιότερες μορφές της γλώσσας μας.
Κάποια στιγμή πάλευα με λέξεις και όρους, όπως το δικαίωμα, η υποχρέωση, η ανάγκη, η επιθυμία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα δικαιώματα του παιδιού. Μπορεί εμάς τους μεγάλους να μας ενθουσιάζουν, αφού μπορούν να πυροδοτήσουν γόνιμες συζητήσεις, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι ενθουσιάζουν και τα μικρά. Στα μικρά πρέπει να εξηγήσεις τι σημαίνουν αυτές οι λέξεις διεξοδικά, και δεν είναι το πιο συγκλονιστικό συμβάν που έχει συμβεί στη ζωή τους. Και σίγουρα είναι πολύ πιο βαρετό για μένα.
Μα υπάρχουν στιγμές — όταν βαριέσαι πολύ, όταν ζορίζεσαι να βρεις το επομένο βήμα του μαθήματος γιατί δεν έχεις προετοιμαστεί καλά — που αφήνεις το μυαλό σου να περιπλανηθεί. Κάνεις το μάθημα — και μπορεί να το κάνεις και πολύ καλά —, μα ο νους σου ψάχνει τη λύτρωση· μια ιδέα που θα σε ξυπνήσει από τον λήθαργο.
«Γιατί δεν τα ρωτάω να φανταστούν μια δυστοπία; Έναν κόσμο στον οποίο δε θα υπάρχουν ανθρώπινα δικαιώματα;». Έτσι, τους μίλησα για την ουτοπία, για τη δυστοπία, και τους έθεσα το ερώτημα. Ξεκίνησαν με τετριμμένα πράγματα, οπότε τους ζήτησα να φανταστούν πώς θα ήταν η κυβέρνηση.
Τώρα το πράγμα έγινε πιο ενδιαφέρον: είπαν ότι το πολίτευμα θα ήταν ή μοναρχικό ή ολιγαρχικό. Στη συνέχεια, τους δόθηκε η ευκαιρία να ανακαλύψουν ότι κάποιοι άνθρωποι, πέρα από τον μονάρχη ή τους ολιγάρχες, θα περνούσαν καλά και θα ήταν αυτοί που θα στήριζαν το καθεστώς, πράγματα καθόλου αυτονόητα για την ηλικία τους. Είπαν ακόμα ότι για να λήξει αυτή η δυστοπία θα έπρεπε να αγωνιστεί ο απλός λαός και να εγκαθιδρυθεί μια δημοκρατία.
Δουλειά του ποδαριού ήταν. Αλλά μυρίζομαι ότι είναι δυνατόν να προκύψει κάτι καλό. Γιατί να μην τους πλάσουμε αυτούς τους κόσμους, έναν ουτοπικό και έναν δυστοπικό, γιατί να μην πλάσουμε μια λογοτεχνική αφήγηση μέσα σε αυτούς, ανατρέχοντας στο μάθημα της Ιστορίας ως πηγή έμπνευσης; Μπορούν να γίνουν και κάποιες δραματοποιήσεις και ό,τι άλλο κατεβάσει το κεφάλι μας, αρκεί να ξυπνήσουμε λίγο και να σπάσουμε τη ρουτίνα. Και κάποιες φορές η ρουτίνα δε σπάει με το να είσαι σωστά προετοιμασμένος· σπάει με το να είσαι απροετοίμαστος, απελπισμένος και άρα ανοιχτός σε νέες ιδέες.
Τώρα το πράγμα έγινε πιο ενδιαφέρον: είπαν ότι το πολίτευμα θα ήταν ή μοναρχικό ή ολιγαρχικό. Στη συνέχεια, τους δόθηκε η ευκαιρία να ανακαλύψουν ότι κάποιοι άνθρωποι, πέρα από τον μονάρχη ή τους ολιγάρχες, θα περνούσαν καλά και θα ήταν αυτοί που θα στήριζαν το καθεστώς, πράγματα καθόλου αυτονόητα για την ηλικία τους. Είπαν ακόμα ότι για να λήξει αυτή η δυστοπία θα έπρεπε να αγωνιστεί ο απλός λαός και να εγκαθιδρυθεί μια δημοκρατία.
Δουλειά του ποδαριού ήταν. Αλλά μυρίζομαι ότι είναι δυνατόν να προκύψει κάτι καλό. Γιατί να μην τους πλάσουμε αυτούς τους κόσμους, έναν ουτοπικό και έναν δυστοπικό, γιατί να μην πλάσουμε μια λογοτεχνική αφήγηση μέσα σε αυτούς, ανατρέχοντας στο μάθημα της Ιστορίας ως πηγή έμπνευσης; Μπορούν να γίνουν και κάποιες δραματοποιήσεις και ό,τι άλλο κατεβάσει το κεφάλι μας, αρκεί να ξυπνήσουμε λίγο και να σπάσουμε τη ρουτίνα. Και κάποιες φορές η ρουτίνα δε σπάει με το να είσαι σωστά προετοιμασμένος· σπάει με το να είσαι απροετοίμαστος, απελπισμένος και άρα ανοιχτός σε νέες ιδέες.
Σχόλια